Χρήστος Κυριαζής: ο λυρισμός που λείπει από την πεζή μας καθημερινότητα

Τη δεκαετία του ’90, κάθε νοικοκυριό που σεβόταν τον εαυτό του, διέθετε τουλάχιστον έναν δίσκο του Χρήστου Κυριαζή. Εκείνη την εποχή είχε καθιερωθεί στο χώρο της μουσικής. Όλα τα ραδιόφωνα έπαιζαν τις μεγάλες επιτυχίες του και στα μαγαζιά της λ. Συγγρού όπου εμφανιζόταν, γινόταν χαμός.


Κάποια στιγμή, ο καλλιτέχνης κουράστηκε από την τόση δημοσιότητα και δεν τραγούδησε ξανά ζωντανά. Αυτή η μοναδικά καλλιτεχνική προσωπικότητα, που ενσωμάτωσε στο έργο του τον λυρισμό της καθημερινότητας, τη μαγεία των μικρών πραγμάτων, την κυριλέ αλητεία και τα βαθιά, αδιαμφισβήτητα αισθήματα (το θήτα με ταυ για να προφέρεται σωστά, μαγκιόρικα) λείπει από τη ζωή μας. Πολύ. Και δείτε για ποιους λόγους:

Ολίγα βιογραφικά στοιχεία:
Ο Χρήστος Κυριαζής γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά και συγκεκριμένα στα Καμίνια. Έμαθε την τέχνη της επιπλοποιίας από τον πατέρα του και σε σχετικά λίγα χρόνια έφτασε στο σημείο να διαθέτει ένα από τα καλύτερα επιπλάδικα (sic) των Αθηνών. 
Ποτέ δεν παράτησε, όμως, τη μεγάλη του αδυναμία, δηλαδή τη μουσική σύνθεση και ερμηνεία. Πουλούσε σκρίνια που κοσμούσαν τα ακριβά διαμερίσματα του Κολωνακίου και τις σομόν βίλες της Εκάλης και ταυτόχρονα έγραφε δίσκους που μιλούσαν στην καρδιά κάθε Έλληνα.
Ήταν δηλαδή και του λιμανιού και του σαλονιού, όπως θα τραγουδούσε και ο μακαρίτης ο Στράτος Διονυσίου.

 Το έργο του
Το 1986 κυκλοφόρησε τον πρώτο του δίσκο, με τίτλο Όταν Καθόμαστε Σπίτι. Το τραγούδι Έλα μωράκι μου ήταν ενδεικτικό των συνολικών καλλιτεχνικών του προθέσεων.
Έλα μωράκι μου, το στρώμα είναι καπιτονέ/ 
Έλα μωράκι μου, γιατί αργείς να πεις το ναι.
Αυτό είναι το ρεφραίν του ultimate τραγουδιού – ερωτικού καλέσματος. 
All hail τον άνθρωπο που κατόρθωσε να ενσωματώσει σε στίχο σοβαρού κομματιού ένα «καπιτονέ στρώμα», χωρίς να προκαλέσει τη χλεύη. 
Και να ρίξει και γκόμενα ταυτόχρονα.
Το 1992 έκανε το μεγάλο ‘μπαμ’ με το δίσκο του οποίου ο τίτλος πάτησε την ευαίσθητη χορδή σχεδόν κάθε Έλληνα, ήτοι: 


Επιτέλους, κάποιος είπε τη μεγάλη αλήθεια στο θέμα των γκομενικών και έθεσε χωρίς περιστροφές το ζήτημα στις ρεαλιστικές και ελαφρώς οιδιπόδειες διαστάσεις του:

Μου θυμίζεις τη μάνα μου, γι’ αυτό σε αγαπάω/
Μου θυμίζεις τη μάνα μου, φυλαχτό και σε φυλάω
Το κομμάτι αυτό, πέραν της ανάγλυφης αλήθειας του, μάς προσφέρει απλόχερα τα πρώτα καραμπινάτα στοιχεία του λυρισμού που κυριάρχησε στο συνολικό έργο του Χρήστου Κυριαζή. Τρανταχτό παράδειγμα ο στίχος:

Αν μάθω κάπου πως κρυώνεις/ 
θα γίνω παρεκκλήσι για να ‘ρθεις
Τέτοια γραφή συγκινεί ακόμα και τον μητροπολίτη Αμβρόσιο, πώς να μη χτυπήσει ‘φλέβα’ στην ψυχή του Έλληνα με τις βαθιά ριζωμένες κυκλαδίτικες παραστάσεις κι ευαισθησίες;
Άλλη μεγάλη επιτυχία του δίσκου είναι το κομμάτι Έχω κλάψει. 
Η μυθολογία γύρω από αυτό είναι αντάξια της επιτυχίας του. Λέγεται ότι έχει γραφτεί για χάρη της Βάνας Μπάρμπα, της γυναίκας που φόρεσε πρώτη παντελόνι στα Γιάννενα της δεκαετίας του ’70.
Όλο το κομμάτι είναι ένας καθημερινός γλυκόπικρος ύμνος στην ερωτική απογοήτευση, μια ντόμπρα κι αντρίκεια αυτοκριτική της πορείας μιας ερωτικής σχέσης που έδυσε άδοξα. Πόσο πιο στακάτος να γίνει ο στίχος;

Έχω κλάψει, για πολλές γυναίκες έχω κλάψει/ 
Μα για σένα πιο πολύ

Η στιχουργική αυτή, σε συνδυασμό με τη μακρόσυρτη ερμηνεία πάνω σε υπαινικτική μελωδία αργού τσιφτετελιού, δίνει στον κάθε άντρα που πόνεσε την ευκαιρία που θέλει για να πατήσει το ‘play’ και το ‘repeat’ στη συσκευή και να κατεβάσει μισό μπουκάλι Τζόνι σ’ ένα βράδυ, ακροβατώντας στο σκοινί που κρατούν από τη μία η Αυτογνωσία κι από την άλλη Η Μορφή Της.
Η τρίτη μεγάλη επιτυχία του δίσκου είναι το Τα Τσιγάρα Τα Ποτά Και Τα Ξενύχτια. Ούτε εκεί μασάει τα λόγια του ο Χρήστος Κυριαζής. Εκφράζει το πασίδηλο γεγονός ότι οι καταχρήσεις μπορούν να κλείσουν ακόμα και τα σπίτια ανώτατων δικαστικών λειτουργών. Ταυτόχρονα όμως, υποδηλώνει και την αφοσίωση του ερμηνευτή στη Νύχτα και τις Σειρήνες της. Είναι το μοναδικό ελληνικό κομμάτι που ανταγωνίζεται στα ίσα το νόημα του τραγουδιού Βραδιάζει, το οποίο ερμήνευσε πριν χρόνια ο Στέλιος ο Καζαντζίδης.
Ο επόμενος δίσκος του Χρήστου Κυριαζή, που απογείωσε την καριέρα του, κυκλοφόρησε το 1994 και είχε τίτλο Η Αγάπη Είναι Μία.

Ένα ανατριχιαστικό δείγμα του καθημερινού λυρισμού του καλλιτέχνη είναι το ρεφρέν του τραγουδιού που έδωσε τον τίτλο του στο δίσκο:

Η αγάπη είναι μία, το γνωρίζουμε καλά/ 
Μοιάζει με αστυνομία, με τα όπλα χαμηλά

Πάρτα στη μάπα μωρή ΓΑΔΑ κι όλες οι Ομάδες Δίας.
Και συνεχίζουμε με την τιτανοτεράστια επιτυχία αυτού του άλμπουμ, που έχει τίτλο Στο Μυαλό Μου Είσαι. Εκεί ο Χρήστος Κυριαζής μας προσφέρει το ‘είναι’ του σε μια σακούλα του Σκλαβενίτη. Το μπουζούκι – χαλί στρώνεται κλιμακωτά στο background και η άκρατη καψούρα του καλλιτέχνη μπολιάζεται με κομμάτια της largerthanlife ψυχής του. Ξεκινάει από την παραδοχή:

Η ζωή μου είσαι/ 
ετούτη τη στιγμή που ζούμε τώρα
Για να καταλήξει στο ρεφρέν:

Όλα τα χρόνια που θα έρθουνε για σένα/
Να είναι όμορφα, να ‘ναι αγαπημένα/
#κανένας_Άγγελος_Σικελιανός
Η μαγεία των μικρών πραγμάτων αποδίδεται με χαρακτηριστικό τρόπο στο κομμάτι Το Πουλόβερ. Νομίζατε πως με ένα καπιτονέ στρώμα θα ολοκληρωνόταν η στιχουργική με θεματικό άξονα τα πεζά καθημερινά αντικείμενα; Αν το νομίσατε, γελαστήκατε.

Παραθέτουμε χαρακτηριστικά δυο κουπλέ και το ρεφρέν:

Να μη μου το φέρεις πίσω/ το πουλόβερ μου φοράς
Αν το θέλεις, θα ‘ναι ίσως/ λόγος για να με κρατάς
Το παλιό μου τ’ ακριβό μου/ στο κορμάκι σου φοράς
Το καλό μου το πουλόβερ/ κράτησες με αγαπάς
Αν το βγάλεις θα κρυώσεις/ λόγος για ν’ ανησυχώ 
Πρόσεχε που θα το δώσεις/ αν το δώσεις θα ‘μια εγώ
Το κομμάτι είναι γραμμένο πάνω σε ρυθμό παραδοσιακού κυκλαδίτικου μπάλου και τα διονυσιακά σόλο του βιολιού απογειώνουν τη ντόμπρα ερμηνεία του καλλιτέχνη.
Το 1997 κυκλοφόρησε ο δίσκος Άλλο τι θέλω, Άλλο τι μπορώ, που περιείχε το κομμάτι που καθιέρωσε τη στροφή του καλλιτέχνη στην παράδοση και είχε τίτλο Στο Ημεροβίγλι.
Η ελληνική άνοιξη της Σαντορίνης δίνει στο δημιουργό την αφορμή να εκφράσει το γλυκό του παράπονο, α λα μανιέρ ντε Λευτέρης Παπαδόπουλος, δίνοντας εικόνες όπως αυτή του ρεφρέν:

Στο Ημεροβίγλι, που συνάντησα μια φίλη/ μου ‘πε να σου στείλω του βασιλικού το φύλλο
Στο Ημεροβίγλι, ξημερώματα του Απρίλη/ ήρθε στο μυαλό μου το παλιό το βάσανό μου
Στο σημείο αυτό αξίζει ν’ ανοίξουμε μια παρένθεση για ν’ αναφερθούμε στο κομμάτι που δημιούργησε τη δεκαετία του  ’80 ο Χρήστος Κυριαζής και το οποίο έκανε διάσημο το 1992 ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Αναφέρομαι, φυσικά, στο Βράδυ Σαββάτου (κι εσύ ‘σαι κάπου), που συμπεριελήφθη στη Σφεντόνα. Η φωνή του Παπακωνσταντίνου ανέδειξε ιδανικά το κομμάτι, αλλά και η εξίσου σπαρακτική και λιγότερο εξεζητημένη ερμηνεία του Κυριαζή έχει τους δικούς της φανς. Ας θυμηθούμε το ρεφρέν:

Άδεια η πόλη, πού πήγαν όλοι/ Κι όλοι είσαι εσύ, που έφυγες χωρίς να φταις
Άδεια η πόλη, τι γίναν’ όλοι/ Αν με θυμάσαι, στην υγειά μου κάτι πιες
Ακόμα μια φορά ο Χρήστος Κυριαζής μίλησε επιτυγχάνοντας τη χρυσή τομή ανάμεσα στην κιμπαροσύνη και την ειλικρίνεια.
Η δισκογραφία του μετά από αυτό το χρονικό σημείο αραίωσε, σε συνδυασμό με τις δημόσιες εμφανίσεις του. Το μόνο που ξέρουμε είναι πως, πριν από λίγα χρόνια, συνέθεσε ένα κομμάτι για τη Θέλξη. Ναι, τη γνωστή Θέλξη. ΑΥΤΗ ΤΗ ΘΕΛΞΗ:

Τα βίντεο – κλιπ
Η παρουσία του Χρήστου Κυριαζή στα βίντεο κλιπ του είναι στιβαρή και με εκτόπισμα, αλλά όχι σοβαροφανής. Ο ίδιος φοράει συχνά λευκά, δεν αποχωρίζεται τα γυαλιά ηλίου του ή την κιθάρα του, με την οποία παίζει μουσική, είτε με μια χαρωπή παρέα που το γλεντάει στην πλατεία ενός νησιού (Το Πουλόβερ), είτε στα στενά της Σαντορίνης, μαζί με τη Βάνα Μπάρμπα (Στο Ημεροβίγλι). Ενίοτε βγαίνει με την παρέα του στα μπαρ, απομυζεί τη νύχτα, στέκεται μπροστά στην κάμερα με το πονεμένο του δεξί προφίλ και ερμηνεύει τη μουσική του σύνθεση υπό την αχλή του καταραμένου ποιητή (Τα Τσιγάρα Τα Ποτά και Τα Ξενύχτια).
Το σημαντικότερο, όμως, πράγμα που συνέβη ever με τη μουσική του Χρήστου Κυριαζή και τα βίντεο κλιπ γενικότερα, είναι η παρακάτω σύνθεση ορισμένου φαν, που έκρινε σκόπιμο να δημιουργήσει ένα κολάζ γυναικών για τις οποίες κάποιος/ οι έχουν κλάψει. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η Megan Fox και η Jessica Alba



Ο Χρήστος Κυριαζής κατάφερε το αδιανόητο: να εμπνεύσει κάποιον, ώστε να συνδυάσει σε ένα βίντεο – κλιπ – tribute όλες αυτές τις εικόνες, μαζί με επεξηγηματικές φράσεις, που ακολουθούνται από ανορθόγραφα αποσιωπητικά και αποδίδουν γλαφυρά την ψυχική κατάσταση του πονεμένου αρσενικού, που σκέφτεται πως, στο κάτω κάτω της γραφής, όλες δάκρυα φέρνουν, μα Εκείνη πιο πολύ, είτε τη λένε Scarlet Johansson και είναι ηθοποιός, είτε τη λένε Μιμίκα και διατηρεί περίπτερο στην Πλατεία Αμερικής.  
Το posture
Ο Χρήστος Κυριαζής είναι ένας άνθρωπος με στιλ σε όλα. Το είχε πάντα μέσα του, αλλά το καλλιέργησε και στην Ιταλία, όπου πήγε κάποτε για να σπουδάσει διακόσμηση.



Η ποζεριά δεν είχε θέση στη ζωή του. Τα γυαλιά ηλίου, το ημίμακρο γκρι μαλλί του, τα προσεγμένα του πουκάμισα και τα πλατύγυρα καπέλα συμπλήρωναν ιδανικά την εικόνα ενός ανθρώπου που έχει φιλοσοφήσει τη ζωή, που πονάει και δε φοβάται να μιλήσει γι’ αυτό. Που είναι μάγκας σε σαλόνια. Και μάλιστα, σε σαλόνια που σχεδίασε και κατασκεύασε ο ίδιος. Πράγμα που δεν 
Χρήστο Κυριαζή, μας λείπεις. Κάνε το come back.

One Comment Add yours

  1. Ανώνυμος says:

    Λιτός, δωρικός, ΠΑΝΤΕΛΟΝΑΤΟΣ.

    (εδώ el_sewhere)

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.